Απολογισμός των συν και πλην της συνόδου κορυφής στις Βρυξέλλες


-----------------------------------------------------------------------------------------

Σε πείσμα των θριαμβολογιών, σχετικά με τα οφέλη που δήθεν αποκομίσαμε από τη σύνοδο κορυφής των Βρυξελλών, οι αρνητικές της συνέπειες, κυρίως μεσοπρόθεσμες και μακροχρόνιες, είναι απείρως βαρύτερες.

Για να ερμηνεύσουμε τα αποτελέσματα αυτής της συνόδου είναι απαραίτητο να απαλλαγούμε από αυταπάτες της μορφής ότι δήθεν οι εταίροι μας σ’ αυτήν πάσκισαν «να σώσουν την Ελλάδα». Και να συνειδητοποιήσουμε, επιτέλους, ότι για την ΕΕ-ευρωζώνη, είμαστε βαρίδιο, από το οποίο προσπαθούν με κάθε θυσία να απαλλαγούν, αδιαφορώντας παντελώς για της τύχη και τις υπέρμετρες θυσίες του λαού μας. Αν μας έρχεται κάτι θετικό, αυτό είναι απλώς παράγωγο της προσπάθειας ευόδωσης άλλων στόχων, που θεωρούνται από την τρόικα κυρίαρχοι.

Είναι κρίμα που η υπέροχη ιδέα της ενωμένης Ευρώπης κατέληξε στη δραματική αυτή έλλειψη αλληλεγγύης, καθώς και στην εξυπηρέτηση στενών εθνικών συμφερόντων του κάθε μέλους της, αλλά αυτή δυστυχώς είναι η πραγματικότητα. Έτσι, λοιπόν, η ανησυχία, των εταίρων μας στις Βρυξέλλες επικεντρώθηκε στην προσπάθεια σωτηρίας των τραπεζών, καθώς και στην προσπάθεια παρεμπόδισης της επέκτασης της ελληνικής κρίσης στις λοιπές δημοσιονομικά ευαίσθητες οικονομίες του ευρωπαϊκού Νότου, για να μην κινδυνεύσει το κοινό νόμισμα. Οι εξελίξεις, στο σύντομο διάστημα που διέρρευσε από τη σύνοδο μέχρι τώρα, μαρτυρούν ότι αυτός ο τελευταίος στόχος κινδυνεύει ήδη πολύ σοβαρά να μην πραγματοποιηθεί, συμπαρασύροντας αναγκαστικά στην αποτυχία του και το ευρώ. Θα πρέπει ακόμη να υπενθυμίσω ότι το πακέτο της συμφωνίας των Βρυξελλών οριστικοποιήθηκε στη διάρκεια δείπνου, στο Βερολίνο, στο οποίο παρακάθισαν η κυρία Μέρκελ και ο κ. Σαρκοζύ, ενώ στο επιδόρπιο προστέθηκε και ο κ. Τρισέ, προκειμένου να πιεστεί να συνεχίσει να δέχεται τα ελληνικά ομόλογα, παρά τη χρεοκοπία μας. Συνεπώς, και τη φορά αυτή, δεν υπήρξε ίχνος διαπραγματεύσης, από ελληνικής πλευράς αλλά, όπως συνήθως, πειθήνια συμμόρφωση με τις οδηγίες του γαλλογερμανικού άξονα.

Αναμφίβολα, και το έχω υποστηρίξει αμέτρητες φορές, θα μπορούσαν οι εταίροι μας να είχαν, εδώ και καιρό, υιοθετήσει λύσεις λιγότερο περίπλοκες, λιγότερο μικρόψυχες, λιγότερο επικίνδυνες, και επιτέλους πιο αποτελεσματικές, όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά τελικά για το σύνολο της ΕΕ-ευρωζώνης. Αυτές οι λύσεις θα έπρεπε να είναι σε θέση να θέσουν τέλος στην κερδοσκοπία, στα CDS, στις υποβαθμίσεις, στις χρεοκοπίες, ενώ δυστυχώς οι παρούσες τις ενθαρρύνουν. Το κυρίαρχο χαρακτηριστικό μιας αποτελεσματικής και πιθανότατα οριστικής λύσης θα απαιτούσε ένα γενναίο κούρεμα του ελληνικού δημόσιου χρέους, που έφθασε φευ γύρω στο 60-70%. Θεωρείται, όμως, απολύτως αντιμετωπίσιμο από τις πολύ κερδοφόρες ευρωπαϊκές τράπεζες. Στη συνέχεια, θα ήταν ίσως απαραίτητο να υπάρξει κάποιο μικρότερης έκτασης κούρεμα του χρέους της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας, που και αυτό θα ήταν απολύτως εφικτό, και χωρίς την πρόκληση σοβαρών προβλημάτων. Δυστυχώς, με τους δισταγμούς, την αναποφασιστικότητα, την υπέρμετρη δυσκολία λήψης αποφάσεων στο πλαίσιο της ΕΕ-ευρωζώνης, βρισκόμαστε σε κατάσταση, που κινδυνεύει πολύ σοβαρά να καταστεί εκτός ελέγχου, με την εμπλοκή στην κρίση της Ιταλίας, της Ισπανίας, και πιθανότατα της Γαλλίας.

Να επανέλθουμε, όμως, στην Ελλάδα και στα υποτιθέμενα κέρδη της από τη συμφωνία των Βρυξελλών. Αυτά τα δήθεν κέρδη που διαλαλούνται με…τυμπανοκρουσίες από το σύνολο περίπου των ΜΜΕ, και όπως συνήθως, οι θριαμβολογίες χάνονται στις λεπτομέρειες του δένδρου και δεν βλέπουν το δάσος. Το δάσος που πήρε φωτιά!.





Α) Βραχυχρόνια αποτελέσματα

Είναι αλήθεια ότι οι εταίροι μας μάς πούλησαν χρόνο. Ως το 2015, δεν θα τρέχουμε πανικόβλητοι και αλαφιασμένοι να σιγουρέψουμε τις δόσεις μας, γιατί μας εξασφαλίστηκε δάνειο. Το ύψος του, βέβαια, δεν έχει ακόμη ξεκαθαρίσει, καθώς είναι αβέβαιο αν το ΔΝΤ θα δεχθεί τελικά να καταβάλλει τη συνδρομή του, δεδομένων των έντονων αντιδράσεων μελών του, αλλά ούτε είναι βέβαιο ότι η Ιταλία θα έχει συμμετοχή σ’ αυτό, δεδομένης και της δικής της κρίσιμης κατάστασης, αλλά τέλος ούτε και η ΕΚΤ είναι σίγουρο ότι θα εξακολουθήσει να δέχεται τα ελληνικά ομόλογα από την, και επίσημα πια, χρεοκοπημένη ελληνική οικονομία. Γιατί, παρότι το θέμα αυτό αποσιωπάται, κατά το δυνατόν, η πραγματικότητα δεν μπορεί να αλλάξει. Έχουμε δυστυχώς χρεοκοπήσει, έστω κι αν η δική μας χρεοκοπία στολίζεται με το επίθετο της «προσωρινής» ή και κατ’ άλλους της «επιλεκτικής». Αλλά και ούτε η χρεοκοπία μας παύει να είναι χρεοκοπία χάρη στη συνδρομή της αγγλικής της μετάφρασης, μόνο και μόνο επειδή είναι λιγότερο προσδιοριστική της κακής αυτής λέξης από την ελληνική. Έτσι, όπως ακριβώς, το είχα επισημάνει σε προηγούμενα άρθρα και ομιλίες μου, το δίλημμα «Μεσοπρόθεσμο ή Χρεοκοπία», που ωστόσο έπεισε τους 155 πατέρες του Έθνους να βάλουν την υπογραφή τους στο ανατριχιαστικού περιεχομένου αυτό κείμενο, ήταν τελικά ένα ψευδοπρόβλημα, αφού τώρα έχουμε και το Μεσοπρόθεσμο, χωρίς να έχουμε αποφύγει τη χρεοκοπία. Σχετικά, όμως, με την ιδιόρρυθμη αυτή ελληνική χρεοκοπία, υπάρχουν και πρόσθετοι λόγοι ανησυχίας, δεδομένου ότι οι παράμετροί της δεν είναι διόλου γνωστές, εφόσον η χώρα μας έχει την πρωτιά των εγκαινίων της. Δεν γνωρίζουμε, δηλαδή ούτε πόσο θα διαρκέσει, ούτε τι επιπτώσεις θα έχει, αλλά ούτε τι απόηχο θα αφήσει πίσω της. Αναφορικά με την επιχείρηση ανταλλαγής ελληνικών ομολόγων με συμμετοχή ιδιωτών, και εκεί υπάρχουν σύννεφα αμφιβολίας, καθώς δε φαίνεται να υπάρχει ιδιαίτερος ενθουσιασμός να μας συνδράμουν.

Με την προβολή των δήθεν επιτυχιών μας στη σύνοδο κορυφής των Βρυξελλών χάθηκε από τη συνειδησιακή μας οθόνη και το σίγουρο επιστέγασμα αυτής της συνόδου που δεν είναι άλλο από την πιο επίσημη και την πιο αναμφισβήτητη ομολογία της παταγώδους αποτυχίας του Μνημονίου, των επικαιροποιήσεών του και των κάθε μορφής συνοδευτικών του. Η τραγική δηλαδή παραδοχή για το ότι οι επί 18 μήνες αιμοσταγείς θυσίες του ελληνικού λαού, είχαν μηδενικό αντίκρισμα, και ακριβώς γι’ αυτό έρχεται και άλλο Μνημόνιο, που θα φέρει μεν άλλη ονομασία, αλλά όχι και διαφορετική μακροοικονομική πολιτική. Αντιθέτως, η ακραία νεοφιλελεύθερη θεώρηση, που απέτυχε παντού, με τη λιτότητα χωρίς ημερομηνία λήξης, με το συνεχή στραγγαλισμό μισθών και συντάξεων και με την υποβάθμιση της σημασίας της ζήτησης θα εξακολουθήσει να είναι η επικρατούσα μακροοικονομική πολιτική και να αποτελειώνει την καταστροφή της ελληνικής οικονομίας, μέσα σε περιβάλλον αποπνικτικής ύφεσης.

Χάρη στη σύνοδο αυτή κορυφής, παρότι τελικά δεν επιλύει τίποτε με τρόπο οριστικό και αποτελεσματικό, κερδίσαμε εκτός από ρευστότητα, και μείωση του επιτοκίου κατά μία περίπου μονάδα- πλεονέκτημα που ωστόσο κινδυνεύει να εξοβελιστεί εξαιτίας της επιμήκυνσης του χρόνου ωρίμανσης του χρέους- περίοδο χάρητος μέσα στην οποία θα καταβάλουμε μόνο τόκους και όχι και χρέος, και σημαντική επιμήκυνση του χρόνου-30ετής- αποπληρωμής του χρέους. Πρόκειται, ασφαλώς, για σημαντικά οφέλη, που όμως θα είχαμε εξαρχής εξασφαλίσει, αν είχαμε έστω και ελάχιστα διαπραγματευτεί.

Δε θα πρέπει, ακόμη, να παραβλεφθεί ότι η σύνοδος κορυφής των Βρυξελλών, στην πολυπραγμοσύνη της, που μαρτυρεί την έλλειψη κεντρικού και λειτουργικού σχεδίου, κατέληξε και σε μια μίνι αναδιαπραγμάτευση του χρέους μας, που εκτιμάται ότι το ελάφρυνε κατά 12% ή κατά €26 δισεκατομμύρια. Αναδιαπραγμάτευση, δυστυχώς, χωρίς ιδιαίτερη σημασία, εφόσον το χρέος μας εξακολουθεί να μην είναι βιώσιμο και ακριβώς γι αυτό οι αγορές δεν ηρεμούν αναμένοντας ένα μεγαλύτερο κούρεμα, που τοποθετούν εντός των δύο προσεχών ετών.

Και ενώ το σύνολο των βελτιώσεων, είτε είναι εντελώς οριακές, είτε βρίσκονται στον αέρα, είτε αφήνουν αμετάβλητο το χρηματοπιστωτικό περιβάλλον, η άλλη όψη αυτών των βελτιώσεων είναι η διαιώνιση της ανάγκης δανειοδότησής μας και, συνεπώς, η διαιώνιση της εκχώρησης κυριαρχικών δικαιωμάτων μας.



Β)Και οι πιο μακρόχρονες συνέπειες

Συνεπώς, η σκληρή αλήθεια είναι ότι σε πείσμα των κάποιων λεπτομερειών, που διευθετήθηκαν ευνοϊκά, δεν επιλύθηκε ωστόσο το βασικό πρόβλημα του ελληνικού χρέους, δηλαδή η μη βιωσιμότητά του. Έτσι, αν τοποθετηθούμε σε μακροχρόνια περίοδο, δεν υπάρχει ίχνος βελτίωσης της κατάστασής μας, που να απορρέει από την σύνοδο κορυφής των Βρυξελλών. Αντιθέτως, υπάρχει σωρεία επιδεινώσεων, από τις οποίες απειλούμεθα πολύ σοβαρά, απειλούμεθα σε βάθος χρόνου και αυτές καθιστούν ασύμφορο το τίμημα των κάποιων λεπτομερειακών βελτιώσεων.

Ο κατάλογος των δεινών που μεθοδεύονται για την ευρωπαϊκή περιφέρεια είναι ατέλειωτος και εμπλουτίζεται συνεχώς. Θα αρχίσω από το τελευταίο κομμάτι, που φαίνεται να συμπληρώνει ένα, τρομακτικών επιπτώσεων, μωσαϊκό εναντίον της χώρας μας και όχι μόνο. Και όλα αυτά δεν απευθύνονται πια σε εταίρους της ΕΕ-ευρωζώνης, αλλά σε οφειλέτες που δεν μπορούν να πληρώσουν τα χρέη τους, και που είναι γι’ αυτό γουρούνια (PIIGS), και ακόμη χειρότερα είναι τα παράσιτα της Ευρώπης, έτσι ώστε καμιά τιμωρία εναντίον τους δεν θεωρείται υπέρογκη. Ακριβώς, σε αυτό απέβλεπαν οι περιφρονητικές δηλώσεις και οι κάθε μορφής λοιδορίες, από έξω αλλά και από εντός, εναντίον της χώρας μας στο σύνολό της, εναντίον των Ελλήνων εργαζομένων, εναντίον των Ελλήνων σε διακοπές ή σε ώρες αναψυχής, εναντίον των συνηθειών μας που δήθεν μας κάνουν τεμπέληδες, παράσιτα της οικουμένης, ανεύθυνα και διεφθαρμένα όντα, που ρέπουν στην κλεψιά και στην απάτη. Δεν μας αξίζει, λοιπόν, να ανήκουμε σε κυρίαρχο κράτος, γιατί επιπλέον δεν είμαστε σε θέση να εκτελέσουμε όπως πρέπει αυτό το πρόγραμμα λιτότητας, που απαιτεί λυσσαλέες επιδεινώσεις του βιοτικού μας επιπέδου, μαζικές απολύσεις, πλήρη διάλυση της παιδείας και του κράτους πρόνοιας, ολοκληρωτική αποσύνθεση του κράτους. Για να είμαστε έτοιμοι για τους νέους ευρωπαϊκούς ρόλους μας, που θα είναι:





α) Ως αποικία του Δ’ Ράϊχ

Η τρόικα απέρριψε εμπράκτως τη μοναδική λύση που θα έκανε βιώσιμο το ελληνικό χρέος, δηλαδή μια γενναία αναδιάρθρωση, με γενναίο κούρεμα που να το περιόριζε στο 90% του ΑΕΠ-δεδομένου ότι χρέος μεγαλύτερο από 90% αυτοτροφοδοτείται και δεν είναι διαχειρίσιμο. Αντιθέτως, η ΕΕ-ευρωζώνη και οι λοιπές μεγάλες δυνάμεις επέλεξαν μείγμα μέτρων και πολιτικής, που διασφαλίζουν τη διαιώνιση της ελληνικής εξάρτησης. Το πιο αποτελεσματικό, αλλά και χωρίς οδό διαφυγής για την Ελλάδα, μέτρο είναι το πρόσφατης έμπνευσης και εφαρμογής. Δηλαδή, αυτό της συμμετοχής των ιδιωτών στις τυχόν απώλειες των κατόχων κρατικών ομολόγων. Είναι αλήθεια ότι πρόκειται για μέτρο, που αν και επιβλήθηκε ύστερα από μεγάλη επιμονή της κυρίας Μέρκελ, φαίνεται ωστόσο πολύ λογικό, σε πρώτη ματιά και δεν αποκαλύπτει εύκολα τους απώτερους στόχους του. Είναι ίσως και η εξήγηση του ότι απασχόλησε ελάχιστα τα ΜΜΕ και τους οικονομικούς αναλυτές. Στην πορεία, όμως, αναμένεται να αποδειχθεί μέτρο αυτόχρημα εγκληματικό σε βάρος, αρχικά, της Ελλάδας και στη συνέχεια ολόκληρου του ευρωπαϊκού Νότου, τον οποίον σφιχτοδένει χειροπόδαρα στο άρμα του Δ’ Ράιχ. Πράγματι, εφόσον η λύση αυτή καθιερωθεί, θα γίνει η ταφόπετρα των οικονομικά ασθενέστερων ευρωπαϊκών οικονομιών, που δεν θα είναι πια σε θέση να δανείζονται στις αγορές με λογικό επιτόκιο. Αντιθέτως, είναι ξεκάθαρο ότι η επιθυμία αποφυγής κινδύνου απώλειας των χρημάτων των επενδυτών, θα κατευθύνει τα κεφάλαιά τους, κύρια και πρωταρχικά στη Γερμανία, η οποία θα εξασφαλίζει και τη μεγαλύτερη ασφάλειά τους. Συνεπώς, ο ευρωπαϊκός Νότος, με την Ελλάδα ως ηγετικό πειραματόζωο, καταδικάζεται σε μόνιμη στασιμότητα και χρόνια ύφεση, ενώ ταυτόχρονα παύει, ουσιαστικά, να είναι ισάξιο μέλος της ΕΕ-ευρωζώνης. Ο ρόλος της μεταλλάσσεται, έτσι, σε αποικία της Γερμανίας, που από την πλευρά της καταστρώνει μεθοδικά την έλευση του Δ’ Ράιχ. Το μεγαλόπνοο αυτό σχέδιο συμπληρώνεται με το νέο Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας, γερμανικής πάντοτε έμπνευσης, που υποχρεώνει τον ευρωπαϊκό Νότο να κατοχυρώσει συνταγματικά την εσαεί λιτότητά του, καθώς και να προσφεύγει σε συνεχείς μειώσεις μισθών, κυνηγώντας την ουτοπία της απόκτησης ίσου βαθμού ανταγωνιστικότητας, με την αντίστοιχη γερμανική. Εξάλλου, το σχέδιο αυτό κατοχυρώνεται με τις κατά συρροή, τον τελευταίο καιρό, δηλώσεις και άρθρα επιφανών Γερμανών, πολιτικών και οικονομολόγων, σύμφωνα με τις οποίες «οι χρεωμένες οικονομίες είναι υποχρεωμένες να εκχωρούν τμήμα των κυριαρχικών τους δικαιωμάτων», καθώς και με τη δημοσιοποίηση της διαπίστωσης ότι δήθεν «η δημοκρατία στα πλαίσια της ΕΕ-ευρωζώνης κατέληξε σε πολύ αρνητικά αποτελέσματα» και γι αυτό εφεξής επιβάλλεται «η ισχύς από την περιφέρεια να προωθηθεί στο κέντρο-δηλαδή στη Γερμανία», ώστε να εξασφαλιστεί έτσι «η αποτελεσματική της διακυβέρνηση». Και εν όψει αυτών των πολύ ορατών κινδύνων, για την υπόσταση και την επιβίωσή μας, εμείς εξακολουθούμε να φοβόμαστε να προκαλέσουμε, με δική μας πρωτοβουλία, μια σκληρή διαπραγμάτευση του χρέους, που θα το καθιστούσε βιώσιμο. Υπάρχει, όμως, κάτι φρικτότερο από την απώλεια των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων;



β)Και στο μεταξύ εξυφαίνεται το έγκλημα του ξεπουλήματος ολόκληρης της Ελλάδας

Μας προειδοποίησαν, σαφέστατα, οι εταίροι/δυνάστες μας ότι μετά τα δήθεν «σωτήρια συμφωνία των Βρυξελλών, το μέλλον μας είναι πια στα χέρια μας». Και αυτό το μέλλον μας στηρίζεται, συγκεκριμένα, σε δύο πυλώνες:

*Πρώτον, στην αξιοποίηση-ιδιωτικοποιήση-πώληση-συγχώνευση της δημόσιας περιουσίας μας. Το όσο-όσο ξεπούλημά της εμφανίζεται, δηλαδή, με διάφορες, κατά προτίμηση, ανώδυνες ονομασίες. Αλλά, οι εταίροι μας μάς επιβάλλουν σοβαρότητα και υπευθυνότητα σε όλα, και ιδιαίτερα στο χώρο αυτού του ξεπουλήματος. Ειδικότερα δεν είναι δυνατόν, λένε, να ξεπουλάμε το βιός μας όταν και όπως θέλουμε, αλλά αντιθέτως .... είμαστε υποχρεωμένοι να ξεπουλάμε κάθε 10 ημέρες και μια μεγάλη εταιρία. Βιάζονται, βιάζονται πάρα πολύ οι εταίροι μας, έτσι που η δημόσια περιουσία μας, που εκτιμάται σε €300 δισεκατομμύρια, κινδυνεύει να πωληθεί για €50 δισεκατομμύρια. Μετά το ξεπούλημα, όμως, θα είμαστε πια ήσυχοι και επί ξύλου κρεμάμενοι. Απολύτως κατάλληλοι, δηλαδή για άποικοι που θα εξασφαλίζουμε στο Δ’ Ράιχ τα φθηνά εργατικά χέρια που χρειάζεται και που θα χρειάζεται ολοένα εντονότερα τις επόμενες δεκαετίες.

Ακούγεται τελευταία και κάποια συζήτηση γύρω από εμπράγματες ασφάλειες του νέου δανείου, αλλά ουδείς γνωρίζει περί τίνος ακριβώς πρόκειται. Αλλά…τι μπορεί, ακόμη, να επιθυμούν οι δανειστές μας, αφού με το Μεσοπρόθεσμο και τον εφαρμοστικό νόμο τους εκχωρούμε τα πάντα….τα πάντα!



*Και ο δεύτερος πυλώνας αναφέρεται στις μεταρρυθμίσεις, που με πάθος και μανία απαιτούν, σε καθημερινή βάση οι δανειστές μας. Προγραμματίζουν, μάλιστα, και ταξίδια αστραπής, επί τόπου, για να πειστούν ότι δεν εφησυχάζουμε, αλλά αντιθέτως, παρά το κατακαλόκαιρο, προχωρούμε ακάθεκτοι προς τις μεταρρυθμίσεις….προς αυτές που θα μας κάνουν «μια άλλη χώρα», «μια χώρα αγνώριστη». Εκτός από τη μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας, που έχει σχεδόν ολοκληρωθεί και στέφθηκε από άκρα επιτυχία, δηλαδή καθιέρωσε τη δουλοποίηση- αφρικανοποίηση των εργαζομένων, και εκτός από τη μεγάλη επιχείρηση «σμίκρυνσης του δήθεν υπερμεγέθους Κράτους», που βρίσκεται σε εξέλιξη, στην ουρά αναμένουν και άλλες πολλές, πάρα πολλές μεταρρυθμίσεις. Πιεζόμαστε, από παντού, να προχωρήσουμε γρήγορα στην υλοποίησή τους, επειδή από την ταχύτητα διεκπεραίωσής τους θα εξαρτηθεί η…επιτυχία της συμφωνίας των Βρυξελλών. Υπάρχει, ωστόσο, ένα μικρό πρόβλημα: το γεγονός, δηλαδή ότι παρότι οι πάντες αναφέρονται σ’ αυτές τις μεταρρυθμίσεις, το ακριβές τους περιεχόμενο ωστόσο παραμένει εν πολλοίς άγνωστο. Γνωρίζουμε μόνο ότι οι επόμενες μεταρρυθμίσεις θα αφορούν στην απόλυση 150.000-200.000 εργαζομένων στο δημόσιο, στο ολοκαύτωμα της ανώτατης εκπαίδευσης, και ακόμη, στην απελευθέρωση της αγοράς των ταξί. Υπάρχουν, βέβαια, και σοβαρές παράλληλες απώλειες από τις μεταρρυθμίσεις αυτές, μια και αποφασίζονται και υλοποιούνται εντελώς στο πόδι, χωρίς τις απαραίτητες γνώσεις αυτών που τις επιβάλλουν και συνεπώς χωρίς συναίσθηση των τεραστίων κινδύνων. Αλλά, ποιος ασχολείται με τέτοιες λεπτομέρειες; Μόνο κάποιοι τύποι περιθωριακοί, κάποιοι ανθέλληνες, κάποιοι λαϊκιστές. Οι μεταρρυθμίσεις πρέπει οπωσδήποτε να προχωρήσουν….έστω κι αν μας πηγαίνουν κατ ευθείαν στο γκρεμό, έτσι όπως επιχειρούνται. Το πρόβλημα είναι να δείξουμε αριθμητικά/ποσοτικά αποτελέσματα στους Τροικανούς, δεδομένου ότι αυτοί ουδόλως ενδιαφέρονται για ποιοτικά κριτήρια.

Να το πω ξανά και ξανά. Δεν υπάρχει άλλη λύση, για την Ελλάδα, παρά η δήλωση προσωρινής στάσης πληρωμών, για να αναγκάσουμε τους εταίρους μας να προχωρήσουν σε λύσεις βιώσιμες και ανθρώπινες, για την Ελλάδα, για το σύνολο της Ευρώπης του Νότου και για το ευρώ. Να δεχθούν, δηλαδή, λύσεις που δεν επιθυμούν και που απέρριψαν με βδελυγμία. Και αυτό πρέπει να γίνει τώρα, αμέσως. Γιατί πρόκειται για το μοναδικό ισχυρό όπλο που διαθέτουμε. Σε πολύ μικρό, όμως, διάστημα, αυτό το όπλο μας, θα είναι άσφαιρο, εφόσον οι εταίροι μας σπεύδουν να απαλλαγούν από τα ελληνικά ομόλογα, με κάθε τρόπο. Και βέβαια, παράλληλα, με τη δήλωση παύσης εξωτερικών πληρωμών, επιβάλλεται να απαιτήσουμε με κάθε μέσο τις γερμανικές πολεμικές επανορθώσεις, που τις δικαιούμαστε, που μας τις χρωστούν και που μπορούν να εξαφανίσουν το χρέος μας.



Μαρία Νεγρεπόντη-Δελιβάνη

Πρ. Πρύτανης και Καθηγήτρια στο

Πανεπιστήμιο Μακεδονίας

delimar@uom.gr

www.delivanis.com







Reviewed by Μαρία Νεγρεπόντη - Δελιβάνη on Ιουλίου 30, 2011 Rating: 5

Δεν υπάρχουν σχόλια